Thursday, November 30, 2006

ΨΑΧΝΩ ΤΑ ΚΛΕΙΔΙΑ.

Κλειδωμένες πόρτες. Στέκεσαι απ’έξω-δεν έχεις κλειδιά-ο κλειδαράς, ως από μηχανής θεός..Μα...δεν έχεις μία πάνω σου, πάλι ξέμεινες! Ένα φύλλο καπλαμά, εμ ντι εφ, κόντρα πλακέ ή τι άλλο, σε χωρίζει από το μέσα που ονειρεύεσαι. Πρέπει να γίνεις διαρρήκτης? Λοστός, φουρκέτες, ταυτότητα. Οι κλέφτες, λες, πώς τα καταφέρνουν? Απ’ το μπαλκόνι του δίπλα ένας σάλτος είναι....
Κλειδωμένα μυαλά, καρδιές. Εδώ ούτε οι πρώτες βοήθειες του κλειδαρά, ούτε τα λεφτά πιάνουν και ψάχνεις να βρεις το μπαλκόνι του γείτονα που δεν υπάρχει. Δέρματα ερμητικά κλειστά, ούτε μια πληγή. Ή τις κρύβουν με φαρδιά φορέματα, μακρυά μανίκια. Μωαμεθανές που περιφέρονται μόνο με τα μάτια ακάλυπτα. Στο ακάλυπτο βλέμμα ελπίζεις.
Μου μοιάζεις με πρωτόβγαλτο κλέφτη που ψάχνει να βρει την κομπίνα για να μπουκάρει.

Thursday, November 23, 2006

ΤΗΛΕΦΩΝΑ

Είναι αυτές οι συσκευές που έχουμε όλοι μας. Από δύο, από τρεις, από τέσσερις έκαστος. Το ξέρω πως δεν υπερβάλω, έτσι να ‘χουμε πολλές να επικοινωνούμε καλύτερα. Να εξυπηρετούμαστε. Να συνδεόμαστε, τάχα, να βρισκόμαστε. Τάχα, θα μου πεις, γιατί? Όχι γίνεται, δε λέω. Απλά, τώρα, να, συνδέθηκα, βρέθηκα αλλά αυτό που ήθελα δεν έγινε. Θέμα τύχης. Θα την πληρώσουν λοιπόν οι συσκευές σήμερα. Είπα.
Τα τηλέφωνά μας, οι μακρυνές φωνές μας, ένα μεγάλο τεχνητό αυτί. Σαν διαφημιστής της κακιάς ώρας μιλάω κι ένα ακόμη σχόλιο θα πω: από αυτό το μέσον ένα πράγμα μου λείπει πολύ. Είναι τα μάτια, η εικόνα του άλλου. Αν θες κρύβεις πολλά με μια φωνή σκέτη. Καλά, αν θες κρύβεις πολλά και live, αλλά αυτό είναι άλλο θέμα. Πόσες φορές δεν κρύφτηκες πίσω από ένα ακουστικό?
Χτυπάνε και λείπεις. Κάτι που συμβαίνει ερήμην σου. Κάποιος στην άλλη άκρη του καλωδίου σε ψάχνει, ξέρω γω, σε θέλει τώρα κι εσύ περπατάς στο δρόμο σφυρίζοντας. Ποτέ δε θα μάθεις. Υπάρχει και το άλλο:χτυπάει, χτυπάει και τελευταία στιγμή δεν το προλαβαίνεις!ακύρωση.Θα μου πεις υπάρχουν κι οι τηλεφωνητές. Καλά. Συνήθως στους τηλεφωνητές ακούς μια ανάσα και...κλικ!το κλείνει! Σου λέει χέστηκα τι να το κάνω το ηχητικό μήνυμα, τώρα σε θέλω. Καλά θα μου ξαναπεις, που ζεις? Υπάρχουν και τα κινητά. Υπομονή, θα φτάσω κι εκεί.
Χτυπάει και λέει μπούρδες. Φλυαρίες. Δε σε ενδιαφέρει, δε θες να ακούς. Την ίδια στιγμή ήθελες να ήταν κάποιος άλλος. Κι ύστερα πάλι όταν το περιμένεις μένει έτσι ήσυχο, ένα εν δυνάμει αλλά νεκρό στο παρόν αντικείμενο. Περιμένεις να δώσει το σήμα ο άλλος. Εσύ δεν του δίνεις πνοή, ξέρεις μια κίνηση θέλει: σηκώνεις το ακουστικό και δίνεις τον ¨κωδικό¨. Πόσες φορές δεν έφτασες μέχρι εκεί αλλά το’ κλεισες? Το σκότωσες. Και μοιραία θα μείνει μουγγό και στην άλλη άκρη.
Χμμ..Χαμογελάω...Τα κινητά. Πάντα κακή η κατάστασή μου μαζί τους. Σου υπόσχονται τα πάντα αλλά...Δεν τα μπορώ, παραείναι άμεσα, εκδηλωτικά, με πιάνουν εξ’ απίνης δεν αντέχω. Δεν κατάλαβα, γιατί να σε βρίσκει ο καθένας παντού? Η λέξη σίγαση είναι λυτρωτική για μένα.
Ξέρω, φάσκω και αντιφάσκω κατηγορώντας τα πάντα, αλλά σήμερα συνέβησαν σχεδόν όλα τα παραπάνω και τα νεύρα μου, μου δίνουν το δικαίωμα στην υπερβολή. Και κλείνοντας, ένα τελευταίο σχόλιο. Δε θέλω να λέω ποτέ κάτι σημαντικό, κάτι σοβαρό από το τηλέφωνο. Αποδυναμώνεται, πολλά μένουν μετέωρα, αναπάντητα. Κρυφτό πάλι. Συμπερασματικά : ενώπιος ενωπίω. Πιο δύσκολα. Καλύτερα.

Sunday, November 05, 2006

Κάνει κρύο. Ο πρώτος αδίστακτος βοριάς φύσηξε από χτες και σήμερα πάτησε πια, καλά στα πόδια του. Οι άνθρωποι άλλαξαν όψη και μαζί τους η πόλη όλη. Αυτοί είναι που την κάνουν να είναι ό,τι είναι. Αυτά τα συμπαθητικά όντα που βηματίζουν, κοιμούνται,αγαπάνε, φτιάχνουν, χαλάνε, γαμώτο κάνουν κι ασκήμιες αλλά...συγχωρείς , θυμώνεις, κι αυτά ανθρώπινα είναι. Τόσην ώρα, χα, χρησιμοποιώ τρίτο ενικό, κι εγώ ένα απ’αυτά τα συμπαθητικά όντα είμαι, απλά μ’αρέσει να μας χαζεύω σαν εξωτερικός παρατηρητής. Με άλλους μοιάζω, με άλλους τρομάζω κι άλλοι πάλι με έλκουν σα μαγνήτης.